Πέμπτη 23 Ιουνίου 2022

ΓΑΡΟΥΦΑΛΙΑ ΣΤΕΤΟΥ

 

Γράφω πυρετωδώς επί τρία χρόνια.

Πριν τρία χρόνια κάτι πέθανε μέσα μου.

Κάτι από τον εαυτό μου.

Έξω από τον εαυτό μου.

Κάτι που παρασιτούσε μέσα μου για 25 χρόνια.

Οι Ερινύες, οι τύψεις, οι ενοχές για κάτι που δεν ήμουν με κατέτρωγαν.

Κατέτρωγαν τα σωθικά μου.

Σπιθαμή σπιθαμή από το φάρυγγα ως το έντερο.

Ώσπου συντελέστηκε μέσα μου μια ριζική αλλαγή.

Αποτύπωνα στο χαρτί της σκέψεις μιας ψυχασθενούς με μανία, με μια γλυκιά εμμονή.

Με ιδρώτα και ζάλη.

Ατελείωτος ίλιγγος έμπνευσης.

Μια φωνή ξερνούσε πηγαία από μέσα μου λέξεις, φθόγγους, ουρλιαχτά.

Μιας αφασικής μουγκής που για χρόνια σώπαινε φιμωμένη.

Από τα δικά της χέρια.

Και όταν όλα αυτά που ένιωθα και συντάρασσαν τον κόσμο μου πήραν σάρκα και οστά.

Ίαση και σιωπή επήλθε.

Ήρθα αντιμέτωπη με το έργο μου.

Έργο φτωχό πενιχρό για λίγους.

56 αντίτυπα για έναν κόσμο.

Που έχυσα λίγο από τον ψυχισμό μου σε ένα κιτρινισμένο χαρτί.

60 ευρώ για μένα και άλλα τόσα για τον εκδότη.

Είσαι τυχερή μου λένε έκανες το ακατόρθωτο.

Η τέχνη μου κοστολογείται με 5.60.

Και εγώ γελάω ασταμάτητα με ενθουσιασμό.

Για αυτή την γλυκόπικρη νίκη.

Κρατώ το βρεγμένο βιβλίο στα χέρια μου και πάλλομαι.

Μα ψωμολυσσάω και λιμοκτονώ σε μια γωνιά του δρόμου.

Σε ένα στενό εκείνο το λαμπερό στενό των νικητών-χαμένων.

Των μύριων ξεχασμένων αναγνωρισμένων.

Στο πεζοδρόμιο της ελπίδας.

Που έπεσε λιγοστό φως για να ζεσταθώ για μια στιγμή και να ισοπεδωθώ ύστερα ακαριαία από την πραγματικότητα.