ΔΗΜΟΣ ΧΛΩΠΤΣΙΟΥΔΗΣ
Είκοσι ετώ
Είκοσι ετώ
Ξύπνησε κλαίγοντας.
Θυμήθηκε τον πόνο και ξανάκλαψε.
Ποτέ δε λησμόνησε τον πόλεμο,
δεν ξέχασε το αίμα.
Όλα ξεπηδούν σα φωτιές δράκου.
Δράκος είναι ο πόλεμος…
Έκλαιγε. Θυμήθηκε το γιο…
Ο γιος φώναζε, πάλευε, ούρλιαζε,
ήθελε λίγο ουρανό.
Έκανε κρύο το πρωί.
Μία μουσική συνόδευε το δρόμο
παλιά μουσική, πολιτική.
Σιγοτραγουδούσε; Έψελνε; Έκλαιγε;
Έτρεμε. Έκλεισε τα μάτια, κοίταξε την οροφή…
Μετά το σφαγείο πήγε σπίτι.
Κλειδώθηκε σε σκέψεις βετεράνου επαναστάτη.
Ο δικός του γιος είχε άλλο πόλεμο, άλλη επανάσταση.
Ο δικός του γιος δε θα γυρίσει ποτέ από τον πόλεμο.
Έκλαιγε. Θυμόταν το νέο, τα δάκρυα, τη φωνή για ουρανό.
20 χρονώ νιος, ούρλιαζε
Είκοσι ετών σορός σε χέρια άλλων,
είκοσι ετώ χαρές,
είκοσι χρόνια πια ξυπνά και κλαίει
είκοσι τα λεπτά που τον αντάμωσε, είκοσι κι οι πόνοι.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου